(Ομιλία του Juan Domingo Sánchez για την Ημεριδα "Για να τελειόσουμε με τη λιτότητα: Μια προοδευτική πρόταση για το ζήτημα του χρέους στην Ευροζώνη" Αθηνα 13 Δεκέμβρη 2014)
Το χρέος συχνά παρουσιάζεται ως οικονομικό πρόβλημα, δηλαδή ως μία κατάσταση σχετικής ανισορροπίας η οποία μπορεί να επιλυθεί με όρους μίας νέας ισορροπίας. Το χρέος, όπως το σκεφτόμαστε συνήθως, είναι κάτι που πληρώνεται, που απλά εξαλείφεται διά της καταβολής. Αν αγοράσω ένα καρβέλι ψωμί δεν έχω κανένα χρέος προς τον αρτοποιό, ούτε αυτός προς εμένα, επειδή η ανταλλαγή των χρημάτων μου με το ψωμί του είναι στιγμιαία. Εάν δεν έχω λεφτά για να πληρώσω το ψωμί, αρχίζω να έχω ένα χρέος, το οποίο θα συνεχίσει να υπάρχει μέχρι να βρω λεφτά να πληρώσω όσα του χρωστάω.
Υπάρχει μία διαφορά μεταξύ της στιγμιαίας συναλλαγής που κάνω καθημερινά αγοράζοντας ψωμί και της κατάστασης κατά την οποία, έστω και για λίγη ώρα, είμαι οφειλέτης του αρτοποιού και αυτός είναι πιστωτής μου. Το πρώτο πράγμα που εξαφανίζεται μόλις γεννηθεί μία σχέση χρέους είναι η ισότητα των συμβαλλομένων, εφόσον ο οφειλέτης, μέχρι να πληρώσει, έχει μία υποχρέωση απέναντι στον πιστωτή. Υπάρχει μεταξύ τους μια σχέση εξουσίας στην οποία, αφενός, μπορεί ο πιστωτής να απαιτήσει το χρέος του και στα δικαστήρια, αλλά μπορεί ευκολότερα να βλάψει τη φήμη του μπροστά στους άλλους πελάτες λέγοντάς τους ότι ο τάδε είναι κακοπληρωτής, είναι απένταρος … μπορεί επίσης να αρνηθεί να του πουλάει ψωμί, ώστε να πληρώσει το χρέος του. Αφ' ετέρου, ο οφειλέτης θα αισθανθεί συχνά ένοχος, θα αισθάνεται πάνω του ένα ηθικό βάρος και θα κάνει ό,τι είναι δυνατό για να το ξεπληρώσει.
Η γερμανική γλώσσα φανερώνει αυτή την διπλή έννοια του χρέους καθώς χρησιμοποιεί την ίδια λέξη για το χρέος και την ενοχή: Schuld. Η πληρωμή του χρέους είναι, όπως λέει το αστικό δίκαιο, “liberatoria”: αποκαθιστά μία κατάσταση ελευθερίας την οποία έχασε ο οφειλέτης, τουλάχιστο κατά το χρονικό διάστημα ανάμεσα στην παράδοση του εμπορεύματος και την πληρωμή του. Το ότι η πληρωμή "απελευθερώνει" σημαίνει ότι αποκαθιστά την ισότητα και την ελευθερία των μερών του συμβολαίου μέσω της ανταλλαγής ισοδύναμων αξιών. Στις πιο πολλές ανταλλαγές το χρέος δεν προλαβαίνει να υπάρξει, επειδή η ταυτόχρονη πληρωμή και παράδοση των αγαθών ακυρώνουν κάθε αμοιβαία υποχρέωση των μερών. Δυο άτομα που έχουν εμπορικές σχέσεις στην αγορά δεν έχουν πραγματικά καμία σχέση μεταξύ τους ούτε πριν ούτε μετά την ανταλλαγή. Υπό αυτή την έννοια θεωρούνται ελεύθεροι. Η σχέση τους διαρκεί μόνο για μια στιγμή, το χρόνο χωρίς διάρκεια κατά τον οποίο πραγματοποιείται η ανταλλαγή.
Ο Marx ερεύνησε τις πραγματικές συνθήκες πάνω στις οποίες βασίζεται αυτή η ισότητα και η ελευθερία όταν ανέλυσε μια πολύ ειδική εμπορική ανταλλαγή, την ανταλλαγή χρήματος με την εργατική δύναμη ενός ατόμου. Σε αυτή τη διαδικασία παρεμβαίνουν δύο άτομα νομικώς ίσα και ιδιοκτήτες κάποιου αγαθού, επειδή δεν μπορεί να υπάρξει εμπορική ανταλλαγή έξω από αυτές τις συνθήκες. Καθένας από τους δύο πρωταγωνιστές της ανταλλαγής συμβαίνει να αποκτά πολύ διαφορετικά αγαθά: ο ένας έχει χρήματα, ενώ ο άλλος έχει μόνο το σώμα του και την ικανότητα να εργάζεται με αυτό. Έτσι, κατά τη στιγμή της ανταλλαγής ο ένας πουλάει μερικώς και προσωρινά τον εαυτό του, και είναι μετά σε σχέση εξάρτησης με το αφεντικό, το οποίο δεν θα πληρώσει τον εργάτη πριν αυτός ολοκληρώσει τη δουλειά του, δημιουργώντας την αξία του μισθού του και μια επιπλέον αξία την οποία καρπώνεται το αφεντικό. Ενόσω αυτή η εργατική δύναμη δεν έχει ακόμη χρησιμοποιηθεί, ο εργάτης δεν αμείβεται, αλλά βρίσκεται στη διάθεση του αγοραστή της δύναμής του που την χρησιμοποιεί όπως κρίνει σκόπιμο. Γι' αυτό, το εργατικό κίνημα του 20στού αιώνα αποκαλούσε αυτή τη σχέση «μισθωτή σκλαβιά» (Waged slavery). Όπως ο οφειλέτης, έτσι και ο εργάτης περνά από μια συμβολαιακή σχέση μεταξύ ίσων σε μια σχέση άνιση, κατά την οποία βρίσκεται υπό την εντολή του αγοραστή της εργατικής του δύναμης για έναν ορισμένο χρόνo. Ο οφειλέτης υποχρεώνεται να πληρώσει το χρέος του για να απελευθερωθεί από την υποχρέωσή του, ενώ o εργάτης πρέπει να υποταχθεί στις εντολές κάποιου άλλου. Έτσι βλέπουμε, και αυτό θα είναι το πρώτο μας συμπέρασμα, ότι οι εμπορικές σχέσεις στο καπιταλισμό μπορούν να δημιουργούν σχέσεις ανισότητας των ατόμων, που είναι σχέσεις πραγματικής εξουσίας, παρά το γεγονός ότι αυτές οι σχέσεις δημιουργήθηκαν σε ένα πλαίσιο πλήρους ισότητας. Επιπλέον, ας μην ξεχάσουμε ότι η σχέση εντολής και η υπακοή που προκύπτει στις δυο περιπτώσεις είναι κατ' αρχήν προσωρινή και προορισμένη να εξαφανιστεί με την καταβολή του χρέους ή του μισθού.
Οι μαρξιστές σωστά είδαν ότι υπήρχε μια σχέση κυριαρχίας και βαθιάς ανισότητας πέρα από το συμβόλαιο εργασίας, πέρα από τη συμβατική ισότητα της αγοράς, στην κόλαση της παραγωγής.
Κάτι που δεν είδανε τόσο σαφώς, αλλά είναι φανερό σε ένα μικρό και σχεδόν ξεχασμένο κείμενο του νεαρού Μαρξ που ο Lazzarato διέσωσε από τη λήθη, είναι η σχέση κυριαρχίας που κρύβεται κάτω από το χρέος. Η υλική κόλαση της παραγωγής και ο ουρανός της χρηματιστικής υπερβαίνουν και, ταυτόχρονα, πραγματικά θεμελιώνουν το χώρο της ισότητας και ελευθερίας που φαίνεται να είναι η αγορά. Η μαρξίστρια ιστορικός Ellen Meiksins-Wood σωστά παρατήρησε ότι ο καπιταλισμός είναι η μοναδική ταξική κοινωνία που ξεχωρίζει την πολιτική κυριαρχία από την οικονομική εκμετάλλευση. Αυτό ήταν σαφές για όσο διάστημα ο ισχυρότερος μηχανισμός για την αξιοποίηση του κεφαλαίου ήταν η εκμετάλλευση του εργάτη στη σφαίρα της παραγωγής. Πράγματι, το δίκαιο έκανε αόρατη η ανισότητα δύναμης που υπάρχει στον τομέα της παραγωγής κάτω από της μορφές της νομικής και πολιτικής ισότητας του πολίτη και του ανθρώπου. Αυτό δημιούργησε επίσης την πλάνη ότι η πολιτική εξουσία είχε διαλυθεί μέσω της εκπροσώπησης, την ψευδαίσθηση μιας πολιτικής εξουσίας βασισμένης στο συμβόλαιο και τη συγκατάθεση των υποτελών. Και προς τις δύο κατευθύνσεις η εξουσία κρύβεται και φαίνεται να διαλύεται μέσω του πανίσχυρου διαλύτη που είναι το δίκαιο. Στο καπιταλισμό δεν υπάρχει σχέση μεταξύ πολιτικής εξουσίας και οικονομικής εκμετάλλευσης, επειδή και οι δυο κρύβονται κάτω από την εικόνα, απαραίτητη για την ύπαρξη της αγοράς και της πολιτικής εκπροσώπησης, μιας κοινωνίας που αποτελείται από ανεξάρτητα και απομονωμένα άτομα, ελεύθερα, ίσα και ιδιοκτήτες. Η απόκρυψη του γεγονότος ότι οι καπιταλιστικές κοινωνίες είναι ταξικές, δηλαδή κοινωνίες στις οποίες υπάρχουν πραγματικές σχέσεις κοινωνικής εξουσίας και πολύ πραγματικές σχέσεις εκμετάλλευσης -και όχι μόνο διαφορές στα εισοδήματα και την κατανομή του πλούτου, έστω και τόσο τεράστιες όπως αυτές που περιγράφει ο Piketty- κατάφερνε λίγο-πολύ να επικρατεί, παρά τις κριτικές των μαρξιστών και άλλων σοσιαλιστών, μέχρι την ανάδυση του καπιταλισμού υπό χρηματοπιστωτική ηγεμονία και της χρεοκρατίας ως πραγματικού συστήματος πολιτικής διακυβέρνησης.
Με το χρέος, κάτι έσπασε. Το χρέος, όταν μετατραπεί σε σύστημα διακυβέρνησης, σε καθεστώς, αμέσως χαλάει κάθε φαντασία συμβατικής ισότητας και ανοικτά επιδεικνύει την κυριαρχία και την εκμετάλλευση που ο καπιταλισμός πετύχαινε ως τώρα να κρύβει. Στη σχέση γενικευμένου χρέους που χαρακτηρίζει την χρηματοπιστωτική οικονομία, το σύνολο των κοινωνικών και οικονομικών παικτών, τόσο δημόσιων όσο και ιδιωτικών, βρίσκεται σε μια σχέση μόνιμης υποταγής μπροστά στην χρηματοπιστωτική εξουσία.
Η χρηματοπιστωτική εξουσία, έξω από το ανέκδοτο του αρτοποιού μας με τον πελάτη του, είναι μια εξουσία που εκτείνεται εκεί που δεν φτάνει ούτε η εξουσία του βιομηχανικού η εμπορικού κεφαλαίου ούτε αυτή του κράτους. Όταν γεννιέται ένα χρέος που είναι αδύνατο να πληρωθεί, η σχέση εξάρτησης μεταξύ του οφειλέτη και του πιστωτή σταθεροποιείται. Ο οφειλέτης δεν είναι μόνο παροδικά εξαρτημένος, αλλά μετατρέπεται σε ένα εξαρτημένο υποκείμενο. Το χρέος δεν δημιουργεί μόνο εξάρτηση, δημιουργεί και εξαρτημένα υποκείμενα. Ο γάλλος μαρξιστής φιλόσοφος Λουί Αλτουσέρ, ως συνεπής υλιστής που ήταν, θεωρούσε το υποκείμενο όχι ως αρχή και θεμέλιο, αλλά ως αποτέλεσμα: το αποτέλεσμα ενός συστήματος που αποτελείται από τους ιδεολογικούς κρατικούς μηχανισμούς του κράτους, με βάση την έγκληση του ατόμου. Το άτομο γίνεται υποκείμενο μέσω της ενοχής. Το παράδειγμα που έθεσε ο Αλτουσέρ είναι γνωστό: ο αστυνομικός λέει στο δρόμο "Ε, εσύ" ή "Εσύ εκεί!", το άτομο που ακούει την έγκληση γυρίζει, σκεπτόμενος ίσως ότι είχε κάτι να προσάψει στον εαυτό του -διότι πάντα κανείς έχει κάτι να προσάψει στον εαυτό του. Η αναγνώριση της έγκλησης είναι αυτό που συγκροτεί το υποκείμενο ως τέτοιο, αυτό που μας κάνει να αντιλαμβανόμαστε το άτομο τόσο ως ελεύθερη πηγή για τις πράξεις του όσο και ως πάντοτε/ ήδη ένοχο γι' αυτές.
Η σχέση του χρέους, όπως την θεωρεί ο Μαρξ στις σημειώσεις του για τον Μιλλ, λειτουργεί ακριβώς με τον ίδιο τρόπο. Ο Μαρξ ισχυρίζεται ότι η πιστωτική σχέση έρχεται σε αντίθεση με την ανωνυμία των άλλων σχέσεων της αγοράς, στις οποίες, όπως είναι γνωστό, κάθε σχέση γεννιέται και πεθαίνει στην παρούσα στιγμή της ανταλλαγής. Στη σχέση του οφειλέτη στον πιστωτή, δεν είναι έτσι. Πρώτον, όπως είδαμε στο παράδειγμά μας από την καθημερινή ζωή, υπάρχει χρόνος, η σχέση έχει διάρκεια. Επιπλέον, η σχέση είναι προσωπική, επειδή τα άτομα που σχετίζονται δεν είναι τα οποιαδήποτε, αλλά συγκεκριμένοι άνθρωποι με φερεγγυότητα που είναι σε θέση να δώσουν ορισμένες εγγυήσεις. Όταν τα χρήματα δανείζονται για κάποιο χρονικό διάστημα με ένα δεδομένο επιτόκιο, πρέπει να υπάρχουν εγγυήσεις πληρωμής, εγγυήσεις τις οποίες μπορεί να παρέχει μόνο το άτομο που ζητάει το δάνειο. Αυτό πρέπει να αποδείξει ότι έχει -και θα προσπαθήσει να συνεχίσει να έχει- πηγές εσόδων ή περιουσιακά στοιχεία με τα οποία να πραγματοποιεί την αποπληρωμή του δανείου και των τόκων του. Θα πρέπει να δώσει λεπτομέρειες σχετικά με την τωρινή του κατάσταση, αλλά και για το μέλλον του. Όποιος συνάπτει μια σύμβαση δάνειου, δεσμεύεται για το μέλλον και οφείλει να δίνει συνεχώς εγγυήσεις πως, οτιδήποτε θα κάνει στο μέλλον, δεν θα θέσει σε κίνδυνο την πληρωμή του χρέους του. Έτσι, η σχέση αυτή που είναι η πιο προσωπική στον καπιταλισμό γίνεται η τέλεια μορφή αλλοτρίωσης, διότι αποξενώνομαι όχι μόνο από το παρόν, αλλά και από το μέλλον μου.
Το χρέος είναι ένας τρόπος υποκειμενοποίησης διότι σε σχέσεις διαρκούς χρέους, η έγκληση, από άνθρωπο σε άνθρωπο, του δανειστή προς τον οφειλέτη, εγκαθιδρύει ένα διαρκές χρέος/ενοχή, μια ένοχη μορφή ζωής στην οποία το ίδιο το υποκείμενο, απ' τη στιγμή που θα συγκροτηθεί ως τέτοιο, διαχειρίζεται τη ζωή του ανάλογα με την ενοχή και το χρέος του. Τα υποκείμενα «βαδίζουν μόνα τους», είπε ο Αλτουσέρ· μπορούμε να προσθέσουμε ότι το χρεωμένο υποκείμενο επίσης κυβερνάται από μόνο του, και υποβάλλεται μόνο του στην εξουσία πιστεύοντας στην ελευθερία του ως επιχειρηματία, στην υπευθυνότητα και την αξιοπιστία του. Το χρέος είναι το ακραίο παράδειγμα της νεοφιλελεύθερης διακυβέρνησης μέσω της ελευθερίας. Σε αντίθεση με άλλες μορφές κυριαρχίας που υπέβαλαν εξωτερικά τα άτομα στις παλιές πειθαρχικές τεχνικές που ήταν το εργοστάσιο, η φυλακή, το νοσοκομείο ή το σχολείο, το χρέος, η χρηματοπιστωτική εξουσία υποβάλλει εσωτερικά το άτομο, δημιουργεί το υποκείμενο της ίδιας του της υποταγής, με την μορφή ενός ελεύθερου και υπευθύνου ανθρώπου.
Η σχέση του χρέους είναι εσωτερική σχέση εξουσίας, δηλαδή η εξουσία είναι μέσα μας, αλλά επίσης και εμείς είμαστε μέσα σε μια τέτοια εξουσία. Αυτή η κατάσταση φαίνεται μαύρη, διότι δεν υπάρχει πια κάτι εξωτερικό ως προς την κεφαλαιακή σχέση. Τώρα πια όλα εξελίσσονται μέσα, αλλά και οι αντιστάσεις είναι επίσης εσωτερικές. Είμαστε μέσα στο θηρίο που έχει δυο ονόματα και μόνο μία ουσία, το θηρίο που λέγεται Leviathan και Κεφάλαιο. Θα παλέψουμε το διπλό θηρίο από τα μέσα και θα το καταργήσουμε. Αυτός είναι ο σκοπός της πρότασης που παρουσιάστηκε εδώ, καθώς και της νέας λαϊκής κυβέρνησης που σύντομα θα έχουμε εδώ στην Ελλάδα και στην Ισπανία. Μπορούμε, και θα νικήσουμε. ¡Podemos y venceremos!
Το χρέος συχνά παρουσιάζεται ως οικονομικό πρόβλημα, δηλαδή ως μία κατάσταση σχετικής ανισορροπίας η οποία μπορεί να επιλυθεί με όρους μίας νέας ισορροπίας. Το χρέος, όπως το σκεφτόμαστε συνήθως, είναι κάτι που πληρώνεται, που απλά εξαλείφεται διά της καταβολής. Αν αγοράσω ένα καρβέλι ψωμί δεν έχω κανένα χρέος προς τον αρτοποιό, ούτε αυτός προς εμένα, επειδή η ανταλλαγή των χρημάτων μου με το ψωμί του είναι στιγμιαία. Εάν δεν έχω λεφτά για να πληρώσω το ψωμί, αρχίζω να έχω ένα χρέος, το οποίο θα συνεχίσει να υπάρχει μέχρι να βρω λεφτά να πληρώσω όσα του χρωστάω.
Υπάρχει μία διαφορά μεταξύ της στιγμιαίας συναλλαγής που κάνω καθημερινά αγοράζοντας ψωμί και της κατάστασης κατά την οποία, έστω και για λίγη ώρα, είμαι οφειλέτης του αρτοποιού και αυτός είναι πιστωτής μου. Το πρώτο πράγμα που εξαφανίζεται μόλις γεννηθεί μία σχέση χρέους είναι η ισότητα των συμβαλλομένων, εφόσον ο οφειλέτης, μέχρι να πληρώσει, έχει μία υποχρέωση απέναντι στον πιστωτή. Υπάρχει μεταξύ τους μια σχέση εξουσίας στην οποία, αφενός, μπορεί ο πιστωτής να απαιτήσει το χρέος του και στα δικαστήρια, αλλά μπορεί ευκολότερα να βλάψει τη φήμη του μπροστά στους άλλους πελάτες λέγοντάς τους ότι ο τάδε είναι κακοπληρωτής, είναι απένταρος … μπορεί επίσης να αρνηθεί να του πουλάει ψωμί, ώστε να πληρώσει το χρέος του. Αφ' ετέρου, ο οφειλέτης θα αισθανθεί συχνά ένοχος, θα αισθάνεται πάνω του ένα ηθικό βάρος και θα κάνει ό,τι είναι δυνατό για να το ξεπληρώσει.
Η γερμανική γλώσσα φανερώνει αυτή την διπλή έννοια του χρέους καθώς χρησιμοποιεί την ίδια λέξη για το χρέος και την ενοχή: Schuld. Η πληρωμή του χρέους είναι, όπως λέει το αστικό δίκαιο, “liberatoria”: αποκαθιστά μία κατάσταση ελευθερίας την οποία έχασε ο οφειλέτης, τουλάχιστο κατά το χρονικό διάστημα ανάμεσα στην παράδοση του εμπορεύματος και την πληρωμή του. Το ότι η πληρωμή "απελευθερώνει" σημαίνει ότι αποκαθιστά την ισότητα και την ελευθερία των μερών του συμβολαίου μέσω της ανταλλαγής ισοδύναμων αξιών. Στις πιο πολλές ανταλλαγές το χρέος δεν προλαβαίνει να υπάρξει, επειδή η ταυτόχρονη πληρωμή και παράδοση των αγαθών ακυρώνουν κάθε αμοιβαία υποχρέωση των μερών. Δυο άτομα που έχουν εμπορικές σχέσεις στην αγορά δεν έχουν πραγματικά καμία σχέση μεταξύ τους ούτε πριν ούτε μετά την ανταλλαγή. Υπό αυτή την έννοια θεωρούνται ελεύθεροι. Η σχέση τους διαρκεί μόνο για μια στιγμή, το χρόνο χωρίς διάρκεια κατά τον οποίο πραγματοποιείται η ανταλλαγή.
Ο Marx ερεύνησε τις πραγματικές συνθήκες πάνω στις οποίες βασίζεται αυτή η ισότητα και η ελευθερία όταν ανέλυσε μια πολύ ειδική εμπορική ανταλλαγή, την ανταλλαγή χρήματος με την εργατική δύναμη ενός ατόμου. Σε αυτή τη διαδικασία παρεμβαίνουν δύο άτομα νομικώς ίσα και ιδιοκτήτες κάποιου αγαθού, επειδή δεν μπορεί να υπάρξει εμπορική ανταλλαγή έξω από αυτές τις συνθήκες. Καθένας από τους δύο πρωταγωνιστές της ανταλλαγής συμβαίνει να αποκτά πολύ διαφορετικά αγαθά: ο ένας έχει χρήματα, ενώ ο άλλος έχει μόνο το σώμα του και την ικανότητα να εργάζεται με αυτό. Έτσι, κατά τη στιγμή της ανταλλαγής ο ένας πουλάει μερικώς και προσωρινά τον εαυτό του, και είναι μετά σε σχέση εξάρτησης με το αφεντικό, το οποίο δεν θα πληρώσει τον εργάτη πριν αυτός ολοκληρώσει τη δουλειά του, δημιουργώντας την αξία του μισθού του και μια επιπλέον αξία την οποία καρπώνεται το αφεντικό. Ενόσω αυτή η εργατική δύναμη δεν έχει ακόμη χρησιμοποιηθεί, ο εργάτης δεν αμείβεται, αλλά βρίσκεται στη διάθεση του αγοραστή της δύναμής του που την χρησιμοποιεί όπως κρίνει σκόπιμο. Γι' αυτό, το εργατικό κίνημα του 20στού αιώνα αποκαλούσε αυτή τη σχέση «μισθωτή σκλαβιά» (Waged slavery). Όπως ο οφειλέτης, έτσι και ο εργάτης περνά από μια συμβολαιακή σχέση μεταξύ ίσων σε μια σχέση άνιση, κατά την οποία βρίσκεται υπό την εντολή του αγοραστή της εργατικής του δύναμης για έναν ορισμένο χρόνo. Ο οφειλέτης υποχρεώνεται να πληρώσει το χρέος του για να απελευθερωθεί από την υποχρέωσή του, ενώ o εργάτης πρέπει να υποταχθεί στις εντολές κάποιου άλλου. Έτσι βλέπουμε, και αυτό θα είναι το πρώτο μας συμπέρασμα, ότι οι εμπορικές σχέσεις στο καπιταλισμό μπορούν να δημιουργούν σχέσεις ανισότητας των ατόμων, που είναι σχέσεις πραγματικής εξουσίας, παρά το γεγονός ότι αυτές οι σχέσεις δημιουργήθηκαν σε ένα πλαίσιο πλήρους ισότητας. Επιπλέον, ας μην ξεχάσουμε ότι η σχέση εντολής και η υπακοή που προκύπτει στις δυο περιπτώσεις είναι κατ' αρχήν προσωρινή και προορισμένη να εξαφανιστεί με την καταβολή του χρέους ή του μισθού.
Οι μαρξιστές σωστά είδαν ότι υπήρχε μια σχέση κυριαρχίας και βαθιάς ανισότητας πέρα από το συμβόλαιο εργασίας, πέρα από τη συμβατική ισότητα της αγοράς, στην κόλαση της παραγωγής.
Κάτι που δεν είδανε τόσο σαφώς, αλλά είναι φανερό σε ένα μικρό και σχεδόν ξεχασμένο κείμενο του νεαρού Μαρξ που ο Lazzarato διέσωσε από τη λήθη, είναι η σχέση κυριαρχίας που κρύβεται κάτω από το χρέος. Η υλική κόλαση της παραγωγής και ο ουρανός της χρηματιστικής υπερβαίνουν και, ταυτόχρονα, πραγματικά θεμελιώνουν το χώρο της ισότητας και ελευθερίας που φαίνεται να είναι η αγορά. Η μαρξίστρια ιστορικός Ellen Meiksins-Wood σωστά παρατήρησε ότι ο καπιταλισμός είναι η μοναδική ταξική κοινωνία που ξεχωρίζει την πολιτική κυριαρχία από την οικονομική εκμετάλλευση. Αυτό ήταν σαφές για όσο διάστημα ο ισχυρότερος μηχανισμός για την αξιοποίηση του κεφαλαίου ήταν η εκμετάλλευση του εργάτη στη σφαίρα της παραγωγής. Πράγματι, το δίκαιο έκανε αόρατη η ανισότητα δύναμης που υπάρχει στον τομέα της παραγωγής κάτω από της μορφές της νομικής και πολιτικής ισότητας του πολίτη και του ανθρώπου. Αυτό δημιούργησε επίσης την πλάνη ότι η πολιτική εξουσία είχε διαλυθεί μέσω της εκπροσώπησης, την ψευδαίσθηση μιας πολιτικής εξουσίας βασισμένης στο συμβόλαιο και τη συγκατάθεση των υποτελών. Και προς τις δύο κατευθύνσεις η εξουσία κρύβεται και φαίνεται να διαλύεται μέσω του πανίσχυρου διαλύτη που είναι το δίκαιο. Στο καπιταλισμό δεν υπάρχει σχέση μεταξύ πολιτικής εξουσίας και οικονομικής εκμετάλλευσης, επειδή και οι δυο κρύβονται κάτω από την εικόνα, απαραίτητη για την ύπαρξη της αγοράς και της πολιτικής εκπροσώπησης, μιας κοινωνίας που αποτελείται από ανεξάρτητα και απομονωμένα άτομα, ελεύθερα, ίσα και ιδιοκτήτες. Η απόκρυψη του γεγονότος ότι οι καπιταλιστικές κοινωνίες είναι ταξικές, δηλαδή κοινωνίες στις οποίες υπάρχουν πραγματικές σχέσεις κοινωνικής εξουσίας και πολύ πραγματικές σχέσεις εκμετάλλευσης -και όχι μόνο διαφορές στα εισοδήματα και την κατανομή του πλούτου, έστω και τόσο τεράστιες όπως αυτές που περιγράφει ο Piketty- κατάφερνε λίγο-πολύ να επικρατεί, παρά τις κριτικές των μαρξιστών και άλλων σοσιαλιστών, μέχρι την ανάδυση του καπιταλισμού υπό χρηματοπιστωτική ηγεμονία και της χρεοκρατίας ως πραγματικού συστήματος πολιτικής διακυβέρνησης.
Με το χρέος, κάτι έσπασε. Το χρέος, όταν μετατραπεί σε σύστημα διακυβέρνησης, σε καθεστώς, αμέσως χαλάει κάθε φαντασία συμβατικής ισότητας και ανοικτά επιδεικνύει την κυριαρχία και την εκμετάλλευση που ο καπιταλισμός πετύχαινε ως τώρα να κρύβει. Στη σχέση γενικευμένου χρέους που χαρακτηρίζει την χρηματοπιστωτική οικονομία, το σύνολο των κοινωνικών και οικονομικών παικτών, τόσο δημόσιων όσο και ιδιωτικών, βρίσκεται σε μια σχέση μόνιμης υποταγής μπροστά στην χρηματοπιστωτική εξουσία.
Η χρηματοπιστωτική εξουσία, έξω από το ανέκδοτο του αρτοποιού μας με τον πελάτη του, είναι μια εξουσία που εκτείνεται εκεί που δεν φτάνει ούτε η εξουσία του βιομηχανικού η εμπορικού κεφαλαίου ούτε αυτή του κράτους. Όταν γεννιέται ένα χρέος που είναι αδύνατο να πληρωθεί, η σχέση εξάρτησης μεταξύ του οφειλέτη και του πιστωτή σταθεροποιείται. Ο οφειλέτης δεν είναι μόνο παροδικά εξαρτημένος, αλλά μετατρέπεται σε ένα εξαρτημένο υποκείμενο. Το χρέος δεν δημιουργεί μόνο εξάρτηση, δημιουργεί και εξαρτημένα υποκείμενα. Ο γάλλος μαρξιστής φιλόσοφος Λουί Αλτουσέρ, ως συνεπής υλιστής που ήταν, θεωρούσε το υποκείμενο όχι ως αρχή και θεμέλιο, αλλά ως αποτέλεσμα: το αποτέλεσμα ενός συστήματος που αποτελείται από τους ιδεολογικούς κρατικούς μηχανισμούς του κράτους, με βάση την έγκληση του ατόμου. Το άτομο γίνεται υποκείμενο μέσω της ενοχής. Το παράδειγμα που έθεσε ο Αλτουσέρ είναι γνωστό: ο αστυνομικός λέει στο δρόμο "Ε, εσύ" ή "Εσύ εκεί!", το άτομο που ακούει την έγκληση γυρίζει, σκεπτόμενος ίσως ότι είχε κάτι να προσάψει στον εαυτό του -διότι πάντα κανείς έχει κάτι να προσάψει στον εαυτό του. Η αναγνώριση της έγκλησης είναι αυτό που συγκροτεί το υποκείμενο ως τέτοιο, αυτό που μας κάνει να αντιλαμβανόμαστε το άτομο τόσο ως ελεύθερη πηγή για τις πράξεις του όσο και ως πάντοτε/ ήδη ένοχο γι' αυτές.
Η σχέση του χρέους, όπως την θεωρεί ο Μαρξ στις σημειώσεις του για τον Μιλλ, λειτουργεί ακριβώς με τον ίδιο τρόπο. Ο Μαρξ ισχυρίζεται ότι η πιστωτική σχέση έρχεται σε αντίθεση με την ανωνυμία των άλλων σχέσεων της αγοράς, στις οποίες, όπως είναι γνωστό, κάθε σχέση γεννιέται και πεθαίνει στην παρούσα στιγμή της ανταλλαγής. Στη σχέση του οφειλέτη στον πιστωτή, δεν είναι έτσι. Πρώτον, όπως είδαμε στο παράδειγμά μας από την καθημερινή ζωή, υπάρχει χρόνος, η σχέση έχει διάρκεια. Επιπλέον, η σχέση είναι προσωπική, επειδή τα άτομα που σχετίζονται δεν είναι τα οποιαδήποτε, αλλά συγκεκριμένοι άνθρωποι με φερεγγυότητα που είναι σε θέση να δώσουν ορισμένες εγγυήσεις. Όταν τα χρήματα δανείζονται για κάποιο χρονικό διάστημα με ένα δεδομένο επιτόκιο, πρέπει να υπάρχουν εγγυήσεις πληρωμής, εγγυήσεις τις οποίες μπορεί να παρέχει μόνο το άτομο που ζητάει το δάνειο. Αυτό πρέπει να αποδείξει ότι έχει -και θα προσπαθήσει να συνεχίσει να έχει- πηγές εσόδων ή περιουσιακά στοιχεία με τα οποία να πραγματοποιεί την αποπληρωμή του δανείου και των τόκων του. Θα πρέπει να δώσει λεπτομέρειες σχετικά με την τωρινή του κατάσταση, αλλά και για το μέλλον του. Όποιος συνάπτει μια σύμβαση δάνειου, δεσμεύεται για το μέλλον και οφείλει να δίνει συνεχώς εγγυήσεις πως, οτιδήποτε θα κάνει στο μέλλον, δεν θα θέσει σε κίνδυνο την πληρωμή του χρέους του. Έτσι, η σχέση αυτή που είναι η πιο προσωπική στον καπιταλισμό γίνεται η τέλεια μορφή αλλοτρίωσης, διότι αποξενώνομαι όχι μόνο από το παρόν, αλλά και από το μέλλον μου.
Το χρέος είναι ένας τρόπος υποκειμενοποίησης διότι σε σχέσεις διαρκούς χρέους, η έγκληση, από άνθρωπο σε άνθρωπο, του δανειστή προς τον οφειλέτη, εγκαθιδρύει ένα διαρκές χρέος/ενοχή, μια ένοχη μορφή ζωής στην οποία το ίδιο το υποκείμενο, απ' τη στιγμή που θα συγκροτηθεί ως τέτοιο, διαχειρίζεται τη ζωή του ανάλογα με την ενοχή και το χρέος του. Τα υποκείμενα «βαδίζουν μόνα τους», είπε ο Αλτουσέρ· μπορούμε να προσθέσουμε ότι το χρεωμένο υποκείμενο επίσης κυβερνάται από μόνο του, και υποβάλλεται μόνο του στην εξουσία πιστεύοντας στην ελευθερία του ως επιχειρηματία, στην υπευθυνότητα και την αξιοπιστία του. Το χρέος είναι το ακραίο παράδειγμα της νεοφιλελεύθερης διακυβέρνησης μέσω της ελευθερίας. Σε αντίθεση με άλλες μορφές κυριαρχίας που υπέβαλαν εξωτερικά τα άτομα στις παλιές πειθαρχικές τεχνικές που ήταν το εργοστάσιο, η φυλακή, το νοσοκομείο ή το σχολείο, το χρέος, η χρηματοπιστωτική εξουσία υποβάλλει εσωτερικά το άτομο, δημιουργεί το υποκείμενο της ίδιας του της υποταγής, με την μορφή ενός ελεύθερου και υπευθύνου ανθρώπου.
Η σχέση του χρέους είναι εσωτερική σχέση εξουσίας, δηλαδή η εξουσία είναι μέσα μας, αλλά επίσης και εμείς είμαστε μέσα σε μια τέτοια εξουσία. Αυτή η κατάσταση φαίνεται μαύρη, διότι δεν υπάρχει πια κάτι εξωτερικό ως προς την κεφαλαιακή σχέση. Τώρα πια όλα εξελίσσονται μέσα, αλλά και οι αντιστάσεις είναι επίσης εσωτερικές. Είμαστε μέσα στο θηρίο που έχει δυο ονόματα και μόνο μία ουσία, το θηρίο που λέγεται Leviathan και Κεφάλαιο. Θα παλέψουμε το διπλό θηρίο από τα μέσα και θα το καταργήσουμε. Αυτός είναι ο σκοπός της πρότασης που παρουσιάστηκε εδώ, καθώς και της νέας λαϊκής κυβέρνησης που σύντομα θα έχουμε εδώ στην Ελλάδα και στην Ισπανία. Μπορούμε, και θα νικήσουμε. ¡Podemos y venceremos!